Να διευρύνουν το «δίχτυ προστασίας» που άπλωσαν στους δανειολήπτες, οι οποίοι πλήττονται από τις διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων, ζητά από τις τράπεζες η κυβέρνηση, θέτοντας επί τάπητος το ενδεχόμενο στήριξης όχι μόνο των ευάλωτων, αλλά και εκείνων που
Πιο αναλυτικά, βασικό θέμα συζήτησης στη χθεσινή συνάντηση (σ.σ. την πρώτη από τις αρχές του χρόνου και ενόσω μαίνεται μία νέα τραπεζική κρίση) που είχαν οι επικεφαλής των τεσσάρων συστημικών τραπεζών με τον υπουργό Οικονομικών, κ. Χρήστο Σταϊκούρα, ήταν οι συνέπειες που έχει για τους δανειολήπτες η επιτοκιακή πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), δεδομένου ότι από τον περασμένο Ιούνιο έως και σήμερα έχουν δει τις δόσεις τους να εκτοξεύονται, καθιστώντας αδύνατη την ομαλή αποπληρωμή, με ορατό πλέον τον κίνδυνο της δημιουργίας νέων «κόκκινων» δανείων. Πόσω δε, μάλλον όταν το προσεχές διάστημα επίκεινται και νέες αυξήσεις επιτοκίων, όπως, άλλωστε, άφησε να εννοηθεί η «σιδηρά κυρία» της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ. Ενδεικτικά, σε ένα δάνειο, ύψους 100.000 ευρώ και διάρκειας 15 ετών, με περιθώριο 2,50% το τελικό επιτόκιο διαμορφώνεται σήμερα στο 6,00%, με τη δόση πλέον να «αγγίζει» τα 850 ευρώ, δηλαδή, αυξημένη κατά 178 ευρώ σε σχέση με τον περασμένο Ιούνιο ή κατά 2.136 ευρώ σε ετήσια βάση. Σε περίπτωση που το επιτόκιο αυξηθεί, όπως αναμένουν οι αναλυτές, στο επίπεδο του 4,25%, τότε η επιβάρυνση για το ίδιο δάνειο θα φτάσει τα 219 ευρώ/μήνα ή 2.628 ευρώ/έτος!
Στο πλαίσιο αυτό, το οικονομικό επιτελείο ζήτησε την περαιτέρω επέκταση της στήριξης προς τους δανειολήπτες και συγκεκριμένα:
Το «ξεμπλοκάρισμα» των αιτήσεων του προγράμματος επιδότησης του 50% της δόσης που οι τράπεζες ανακοίνωσαν, έτσι ώστε ο αριθμός των ωφελουμένων να προσεγγίζει την περίμετρο που οι ίδιες είχαν υπολογίσει, ήτοι περί τους 30.000 ευάλωτους δανειολήπτες.
«Στη συνάντηση τέθηκαν επί τάπητος τα στατιστικά για το πρόγραμμα που είναι σε εξέλιξη, για το που βρίσκονται οι αιτήσεις και ποιες θα μπορούσαν να προχωρήσουν», εξηγεί στο newmoney πηγή με γνώση, σημειώνοντας πως υπάρχουν αιτήσεις, οι οποίες έχουν «κολλήσει» σε κάποιο στάδιο της διαδικασίας, αν και από τα στοιχεία που αντλήθηκαν προκύπτει ότι πληρούν τα κριτήρια. Προς επίρρωση, από τις αρχές Φεβρουαρίου, οπότε και άνοιξε η σχετική πλατφόρμα, έως σήμερα έχουν δημιουργηθεί 36.000 αιτήσεις. Εξ αυτών, έχουν οριστικοποιηθεί περί τις 1.000, με τους δικαιούχους να λαμβάνουν τα πρώτα ποσά της επιδότησης μέσα στον Απρίλιο, ενώ οι 26.000 παραμένουν σε εκκρεμότητα, δηλαδή, οι οφειλέτες δεν έχουν επιλέξει «υποβολή».
Το εντυπωσιακό είναι πως σε περίπου 11.000 αιτήσεις υπήρξε συναίνεση για την άρση του απορρήτου, γεγονός που σημαίνει ότι δυνητικά θα μπορούσαν να λάβουν την επιδότηση. «Οικονομικό επιτελείο και τραπεζίτες συζήτησαν, μεταξύ άλλων, τρόποι αντιμετώπισης για να προχωρήσουν και αυτές οι αιτήσεις», προσθέτει η παραπάνω πηγή. Ενδεικτικά, οι τράπεζες έχουν ήδη ξεκινήσει την τηλεφωνική επικοινωνία με τους επίμαχους δανειολήπτες, προκειμένου να εξηγήσουν τα βήματα που απαιτούνται, έτσι ώστε να θεωρηθεί οριστικοποιημένη μία αίτηση, ενώ, παράλληλα, η επικοινωνία περιλαμβάνει και την αποστολή e-mails (σ.σ. αξίζει να αναφερθεί πως από τις συνολικές αιτήσεις, οι 13.000 δεν διέθεταν διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, γεγονός που εξηγεί κατά κάποιο τρόπο το δύσκολο του εγχειρήματος που έχουν αναλάβει τα αρμόδια τμήματα των τραπεζών.
Την επέκταση της κάλυψης και σε μη ευάλωτους: Με βάση το υφιστάμενο πλαίσιο για να θεωρηθεί κάποιος ευάλωτος θα πρέπει να έχει ετήσιο εισόδημα μέχρι 7.000 ευρώ (δηλαδή, 583 ευρώ/μήνα), προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ ανά μέλος της οικογένειας, με όριο και μέγιστο ετήσιο εισόδημα 21.000 ευρώ (δηλαδή, 1.750 ευρώ/μήνα για ένα ζευγάρι με τρία παιδιά). Πρόκειται για κριτήρια, τα οποία είναι ιδιαιτέρως αυστηρά, αφήνοντας εκτός επιδότησης μία μεγάλη μερίδα του πληθυσμού που μπορεί κάποτε – υπό καλύτερες οικονομικές συνθήκες – να έλαβε δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο και σήμερα, μολονότι πλήττεται από τις διαδοχικές αυξήσεις των επιτοκίων να μην εμπίπτει στο… παρά πέντε στην κατηγορία τους ευάλωτου. Αυτό είναι ένα ζήτημα που φέρεται να τέθηκε από πλευράς της κυβέρνησης, εκτιμώντας πως σε περίπτωση μη κάλυψης της περιμέτρου του προγράμματος, οι τράπεζες διαθέτουν τον χώρο να ανοίξουν τη «βεντάλια» των δικαιούχων. Οι εκπρόσωποι των τραπεζών, υπό την προϋπόθεση ότι αφενός, θα συμβουλευτούν τους επόπτες και αφετέρου, οι όποιες παρεμβάσεις δεν θα «χτυπήσουν» στους κανόνες της ΕΒΑ, δεσμεύτηκαν να το εξετάσουν και να επανέλθουν με συγκεκριμένες προτάσεις στην επόμενη συνάντηση.
Την αύξηση των ρυθμίσεων: Πρόκειται για ένα πάγιο αίτημα της κυβέρνησης που δεν ήταν δυνατόν να μην αναφερθεί και στη χθεσινή συνάντηση. Στην προκειμένη περίπτωση, ωστόσο, ο στόχος είναι περισσότερο η πρόληψη μιας αθέτησης παρά η εκ των υστέρων αντιμετώπισή της. Έτσι, αμφότερες οι πλευρές συμφώνησαν πως πρέπει να ενισχυθεί η παρακολούθηση των δανείων που είναι τα πλέον επιρρεπή σε παντός τύπου αναταράξεις, δηλαδή, τα στεγαστικά και να δοθούν οι κατάλληλες λύσεις στους δανειολήπτες. Αυτό, βέβαια, είναι κάτι που ήδη κάνουν οι τράπεζες, κατόπιν συστάσεων και του Ευρωπαίου επόπτη, προτείνοντας, για παράδειγμα, την επιμήκυνση της διάρκειας.
Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024