Της Νατάσας Τρουμπούκη (Διαιτολόγος-Διατροφολόγος)
Η βιγορεξία, αποκαλούμενη επίσης μυϊκή δυσμορφία ή αντίστροφη ανορεξία, αποτελεί μία ψυχική διαταραχή που συναντάται πιο συχνά -αλλά όχι αποκλειστικά- στους άνδρες και τους αθλητές. Παρ’ ότι το φαινόμενο έχει αρχίσει να παίρνει μεγάλες διαστάσεις, είναι δύσκολο να το ανιχνεύσουμε με ακρίβεια, μιας και τα άτομα που πάσχουν από βιγορεξία σπανίως απευθύνονται σε κάποιον ειδικό. Στις μέρες μας, η αναγωγή της καλής φυσικής κατάστασης και του αδύνατου σώματος σε αξία, σε σύμβολο υγείας –κάτι που παρατηρείται τόσο σε άνδρες όσο και σε γυναίκες-, σε συνδυασμό με τους καλοφτιαγμένους αλλά χωρίς λιπώδη ιστό μυς, ευνοεί την ανάπτυξη αυτού του φαινομένου. Εφόσον οι ακριβείς αιτίες ανάπτυξης της βιγορεξίας δεν έχουν προσδιοριστεί ακόμα, αυτά τα άτομα συχνά βιώνουν απομονωμένα αυτή τη θλιβερή κατάσταση, μην ξέροντας πού να απευθυνθούν. Οι επαγγελματίες της υγείας, οι προπονητές, και όσοι ασχολούνται με τον αθλητισμό πρέπει να είναι ευαισθητοποιημένοι απέναντι σε αυτό το θέμα, ώστε να είναι σε θέση να κατευθύνουν άμεσα τους ενδιαφερόμενους στους ειδικούς.
Το άτομο που έχει προσβληθεί από βιγορεξία πιστεύει ότι είναι υπερβολικά αδύνατο και με ανεπαρκώς ανεπτυγμένους μυς, και κατά συνέπεια είναι δυσαρεστημένο με την εικόνα του σώματός του. Αυτό έχει αντίκτυπο σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής του. Η βιγορεξία επηρεάζει αρνητικά την αυτοεκτίμησή του, καθώς και τη συναισθηματική του ζωή, κάνοντάς το να πιστεύει ότι μια αλλαγή στο σώμα του είναι απαραίτητη προκειμένου να γίνει πιο ελκυστικό και γοητευτικό στο αντίθετο φύλο. Σε επίπεδο σχέσεων, το άτομο που πάσχει από βιγορεξία αφιερώνει όλο και περισσότερο χρόνο στη σωματική άσκηση και στο γυμναστήριο εις βάρος άλλων ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων και στιγμών χαλάρωσης μέσα στη μέρα. Στις περιπτώσεις που το πρόβλημα έχει προχωρήσει, αυτό μπορεί να έχει αποτελέσει παράγοντα ρήξης σε μια ερωτική σχέση ή και απόλυσης από εργασία. Αρνητικός αντίκτυπος υπάρχει και στις διατροφικές συνήθειες, όπου παρατηρείται περιορισμός της πρόσληψης τροφής, που υπαγορεύουν αυστηροί διατροφικοί κανόνες*. Η απουσία λιπαρών, η υπερβολική πρόσληψη πρωτεϊνών, η προσθήκη συμπληρωμάτων διατροφής και βιταμινών ή ακόμα και στεροειδών αναβολικών ή άλλων επικίνδυνων
ουσιών μπορούν να προκαλέσουν σοβαρή ζημιά στη σωματική υγεία του ατόμου. Η εντύπωση ότι πλέον δεν είναι σε θέση να ακολουθήσει αυτούς τους υπερβολικά αυστηρούς κανόνες και τον όγκο προπονήσεων που το ίδιο το άτομο επιβάλλει στον εαυτό του, μπορεί να το οδηγήσει ακόμα και στην κατάθλιψη σε κάποιες περιπτώσεις. Εξάντληση από την υπερβολική άσκηση καθώς και τραυματισμοί κατά την άσκηση είναι επίσης συχνά φαινόμενα.
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΠΑΡΕΜΒΟΥΜΕ;
Όπως συμβαίνει και στις άλλες διατροφικές διαταραχές όπως είναι η ανορεξία και η βουλιμία, είναι σημαντικό ο επαγγελματίας της υγείας, ο προπονητής και όσοι εργάζονται σε αθλητικούς χώρους να είναι ενήμεροι για τις ενδείξεις και τα συμπτώματα, έτσι ώστε να μπορούν να τα εντοπίζουν εγκαίρως και να παραπέμπουν τα άτομα αυτά στους ειδικούς. Ο πάσχων θα συναντήσει ένα πρόσωπο εμπιστοσύνης σε ένα κατάλληλο περιβάλλον, με σκοπό να διαχειριστεί τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει και να εξοικειωθεί με τους κινδύνους που συνδέονται με αυτές. Η ενσυναίσθηση, η επικοινωνία και η μη-αντιπαράθεση αποτελούν σε αυτή την περίπτωση ενδεδειγμένες συμπεριφορές. Θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη σημασία στην αναγκαιότητα που υπάρχει να αναζητηθεί κατάλληλη στήριξη, έτσι ώστε να αποκτήσει το άτομο μια καλύτερη σωματική και ψυχική ισορροπία, και να «αγγίξει» υποβόσκοντα προβλήματα.
ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΤΩΜΑΤΑ
· Έντονη αίσθηση ότι το άτομο είναι υπερβολικά κοντό ή υπερβολικά αδύνατο, παρόλο που έχει ανεπτυγμένους μυς.
· Συνεχής, εμμονική επιθυμία να αλλάξει το σώμα του με καθημερινή και έντονη σωματική άσκηση.
· Υπερβολικά αυστηρά τελετουργικά και κανόνες που συνδέονται με την άθληση, τη διατροφή και -σε ορισμένες περιπτώσεις- τη λήψη συμπληρωμάτων διατροφής ή άλλων προϊόντων που βοηθούν την ανάπτυξη μυϊκού όγκου.
· Έντονο αίσθημα ενοχής όταν το άτομο δεν καταφέρνει να κάνει όλες τις προπονήσεις που το ίδιο επιβάλλει στον εαυτό του.
· Το άτομο περνάει καθημερινά πολλές ώρες κάνοντας γυμναστική, αποκλείοντας έτσι άλλες δραστηριότητες που το ψυχαγωγούν και το χαλαρώνουν.
· Παρατηρούνται εξάντληση από την υπερβολική άσκηση, κόπωση και τραυματισμοί κατά την άσκηση, που συνδέονται με την απουσία επαρκούς ξεκούρασης και ανάκτησης δυνάμεων μετά την άσκηση.
· Αρνητικός αντίκτυπος στην αυτοεκτίμηση, τη διάθεση και τη συναισθηματική και κοινωνική ζωή του ατόμου.
Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2024