Αρχική Ειδήσεις Τοπικά ΠΑΤΡΑ: Έσκαβαν σε όλη την Ελλάδα τα βράδια – Πώς ένας μοναχικός «κυνηγός» αποκάλυψε τη δράση τους! Το ανώνυμο τηλεφώνημα από την Αχαϊα
Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί cookies για να βελτιώσει την εμπειρία χρήσης.
https://lepantortv.gr/inner.php/ajax

ΠΑΤΡΑ: Έσκαβαν σε όλη την Ελλάδα τα βράδια – Πώς ένας μοναχικός «κυνηγός» αποκάλυψε τη δράση τους! Το ανώνυμο τηλεφώνημα από την Αχαϊα

από ΜΑΝΤΩ ΚΑΠΕΝΤΖΩΝΗ
ΠΑΤΡΑ: Έσκαβαν σε όλη την Ελλάδα τα βράδια – Πώς ένας μοναχικός «κυνηγός» αποκάλυψε τη δράση τους! Το ανώνυμο τηλεφώνημα από την Αχαϊα

Η αρχή έγινε τον Οκτώβριο του 2023.

Ενα ανώνυμο τηλεφώνημα φτάνει στα γραφεία των Αρχών και στοχοποιεί έναν άνδρα που κινείται ύποπτα στα ορεινά της Αχαΐας. Δεν είναι τουρίστας. Ούτε πεζοπόρος. Ο άνδρας αυτός, σύμφωνα με την πληροφορία, κρατά στα χέρια του έναν σύγχρονο ανιχνευτή μετάλλων και ψάχνει. Σκάβει.

Παραβιάζει αρχαιολογικούς χώρους και αφαιρεί ευρήματα. Οχι για να τα παραδώσει. Αλλά για να τα πουλήσει. Το σήμα κρίθηκε σοβαρό. Οι διωκτικές αρχές δεν άργησαν να κινηθούν. Με εντολή εισαγγελέα ήρθη το απόρρητο των επικοινωνιών και οι καταγραφές ξεκίνησαν.

Μοναχικός «κυνηγός»

Αυτό που άρχισε ως απλή παρακολούθηση σύντομα μετατράπηκε σε ένα γιγαντιαίο παζλ: πρόσωπα από διαφορετικές γωνιές της Ελλάδας, περίεργες κωδικοποιημένες συνομιλίες, μετακινήσεις, συναντήσεις σε απόμερα μέρη και αναφορές σε «μηχανήματα» που μπορούσαν να δουν «μέσα στη γη».


Στο επίκεντρο ένας μοναχικός «κυνηγός», κάτοικος απομονωμένου ορεινού χωριού, που συνομιλούσε συχνά με άτομα από την Ηπειρο, τη Θεσσαλία, την Αιτωλοακαρνανία. Οι λέξεις που χρησιμοποιούνταν στα τηλέφωνα ήταν αθώες μόνο για όσους δεν ήξεραν. Για τους μυημένους σήμαιναν σκαπτικά εργαλεία, ανιχνευτές, τοποθεσίες με «φορτία».

Ομως το κομμάτι αυτό του παζλ έμελλε να είναι μόνο η αρχή. Η άρση απορρήτου επεκτάθηκε. Και μαζί της άνοιξε ένα παράθυρο σε έναν παράλληλο κόσμο.

Εναν κόσμο σιωπηλό, υπόγειο, όπου ομάδες ανθρώπων με υψηλή τεχνογνωσία και μηχανήματα τελευταίας τεχνολογίας έστηναν επιχειρήσεις νύχτα σε βουνά, χωράφια, ακόμη και μέσα σε προστατευμένους αρχαιολογικούς χώρους. Οχι μόνο για να αναζητήσουν αρχαιότητες, αλλά και για να τις εξαγάγουν.


Οι δίσκοι με τις καταγραφές ξεπέρασαν τους 110. Ηταν σαν να ξεδιπλωνόταν μπροστά στις Αρχές μια άλλη Ελλάδα.

Μια χώρα όπου η ιστορία ξεθάβεται με βία και διαρρηγνύεται για να πουληθεί σε καταλόγους δημοπρασιών στη Νέα Υόρκη και το Μόναχο. Σε κάποια τηλεφωνήματα αναφέρονταν μετακινήσεις προς συγκεκριμένες περιοχές της Θεσσαλίας.

Σε άλλα ακούγονταν συνομιλίες που έμοιαζαν με στρατιωτικό briefing: μέρα, ώρα, συντεταγμένες, μηχανήματα, «φορτία», πελάτες.

Υπήρχε ακόμη και αναφορά σε άτομο που συντόνιζε από το εξωτερικό. Εναν έμπορο με υψηλές διασυνδέσεις σε διεθνείς κύκλους.

Αντικείμενα που βρίσκονταν στα ελληνικά βουνά κατέληγαν – μεσολαβούντων αγοραστών- σε αποθήκες και εκθετήρια του εξωτερικού.

Η έρευνα απέδειξε πως δεν πρόκειται απλώς για τυχαίους χομπίστες ή περιθωριακούς τυχοδιώκτες. Πρόκειται για άτομα με γνώση, σχέδιο, τεχνικά μέσα και κυρίως πρόσβαση.

Πρόσβαση σε πληροφορίες, χώρους και ανθρώπους που μπορούσαν να διευκολύνουν ή να αποκρύψουν τη δράση τους. Η υπόθεση εξελίσσεται ακόμη. Οι Αρχές δεν έχουν ανακοινώσει επίσημα τον αριθμό των κατηγορουμένων.

Ομως οι πληροφορίες κάνουν λόγο για δεκάδες εμπλεκομένους. Σε βάρος δεκάδων προσώπων έχουν δεσμευτεί περιουσιακά στοιχεία, ενώ η δικαστική έρευνα επεκτείνεται και προς φορείς του εξωτερικού που φέρονται να διακίνησαν ή να εμπορεύτηκαν ελληνικές αρχαιότητες με αδιαφανείς όρους.

Η αθέατη ιεραρχία

Σε ένα δίκτυο που θυμίζει περισσότερο παραστρατιωτική οργάνωση παρά αυθόρμητη συμμορία, η αρχαιοκαπηλία στην Ελλάδα έχει αποκτήσει δομή, ρόλους και πειθαρχία.

Από τους σκαφτιάδες της πρώτης γραμμής μέχρι τους αόρατους μεσάζοντες και τον τελικό διανομέα που πετά για Μόναχο με αρχαιότητες στις αποσκευές τρίτων, το σύστημα λειτουργεί με ακρίβεια και σκοπό: το κέρδος από τη λεηλασία της Ιστορίας. Στη βάση της πυραμίδας βρίσκονται οι εκτελεστές. Ανθρωποι που γνωρίζουν το έδαφος όσο και τις σκιές του.

Κινούνται μεθοδικά και χωρίς φασαρία, είτε μεμονωμένα είτε σε μικρές ομάδες. Ο εξοπλισμός τους δεν είναι πρόχειρος:

υπερσύγχρονοι ανιχνευτές μετάλλων, μηχανήματα διασκόπησης υπεδάφους και σκαπτικά εργαλεία. Γνωρίζουν πού να ψάξουν. Είτε από παλιές «δουλειές» είτε από πληροφορίες που λαμβάνουν από ανώτερους.

Οι επιχειρήσεις οργανώνονται με ακρίβεια. Οι νυχτερινές εξορμήσεις επιλέγονται στρατηγικά κοντά στην πανσέληνο για φυσικό φως. Οταν στοχοποιούν χωράφια, περιμένουν υπομονετικά την περίοδο του θερισμού ή του οργώματος – όταν το χώμα έχει ανακατευτεί και τα ευρήματα έρχονται πιο κοντά στην επιφάνεια.

Αν το σημείο είναι απομονωμένο, κάποιο αυτοκίνητο τους αφήνει, απομακρύνεται για να μην κινήσει υποψίες και επιστρέφει μόνο όταν ολοκληρωθεί η επιχείρηση.

Οι σκαφτιάδες εντοπίζουν κυρίως μικρά αντικείμενα -αρχαία νομίσματα και μεταλλικά ευρήματα- που αποσπώνται εύκολα και μεταφέρονται χωρίς κινδύνους. Δεν κρατούν τίποτα επάνω τους για πολύ.

Παραδίδουν αμέσως το «φορτίο» στον επόμενο κρίκο της αλυσίδας: τον μεσάζοντα. Ο μεσάζων είναι ο γνώστης. Αυτός που έχει δει, που έχει πουλήσει, που ξέρει τι αξίζει και τι όχι. Ελέγχει το υλικό, εκτιμά την αξία του – είτε από εμπειρία είτε αναζητώντας πληροφορίες σε καταλόγους διεθνών οίκων δημοπρασιών.

Σε πολλές περιπτώσεις, δεν είναι απλώς διαμεσολαβητής. Είναι και ο ίδιος ανασκαφέας, με εμπλοκή στο πεδίο. Διατηρεί επαφές, γνωρίζει την τοπική αγορά, κινείται στην περιοχή του χωρίς να προκαλεί βλέμματα.

Εάν το εύρημα είναι αξιόλογο, ο μεσάζων έρχεται σε επαφή με τον αγοραστή. Η επικοινωνία γίνεται είτε με κωδικοποιημένες λέξεις, είτε με φωτογραφίες μέσω εφαρμογών.

Οι συναντήσεις είναι μελετημένες: ο τόπος, η ώρα, τα πρόσωπα. Κι αν υπάρξει συμφωνία, η αγοραπωλησία ολοκληρώνεται άμεσα, με μετρητά.

Σε αντίθετη περίπτωση, το αντικείμενο επιστρέφει στον κάτοχο ή μπαίνει ξανά σε κύκλο διαπραγμάτευσης. Στην κορυφή της ιεραρχίας βρίσκεται ο αληθινός παίκτης: ο άνθρωπος με οικονομική επιφάνεια, γνώση, διασυνδέσεις. Αγοράζει μαζικά, ταξιδεύει συχνά, κινείται ως συλλέκτης αλλά δρα ως έμπορος.

Εστιάζει σε μικρά, πανάκριβα αντικείμενα -κυρίως νομίσματα- που είναι εύκολα στην εξαγωγή και υψηλής ζήτησης. Οταν συγκεντρώσει αρκετά, ενεργοποιεί το δίκτυο εξαγωγής. Ο τρόπος είναι αθόρυβος, αλλά αποτελεσματικός. Συνεργάζεται με οδηγό φορτηγού διεθνών μεταφορών στον οποίο παραδίδει τα αρχαία, καλά κρυμμένα στο όχημα.

Ο ίδιος εκδίδει αεροπορικά εισιτήρια και πετά για Μόναχο μία ή δύο ημέρες μετά. Εκεί, παραλαμβάνει το «φορτίο» και το μοιράζει: σε δύο οίκους δημοπρασιών με έδρα στη Γερμανία και σε συγκεκριμένα άτομα ελληνικής καταγωγής που δραστηριοποιούνται χρόνια στην περιοχή.

Ενας εξ αυτών φέρεται να έχει συλληφθεί στο παρελθόν για υπόθεση αρχαιοκαπηλίας στην Ελλάδα και πλέον εργάζεται ως σύνδεσμος σε δημοπρασίες στο εξωτερικό. Η παραμονή του μεγαλέμπορου στη Γερμανία κρατά μόλις δύο ημέρες. Κατόπιν επιστρέφει στην Ελλάδα και συνεχίζει την αλυσίδα. Οι επικοινωνίες μεταξύ των μελών γίνονται κυρίως από κοντά.

Οταν όμως χρησιμοποιούν τηλέφωνα, η ορολογία είναι κωδικοποιημένη. Οι λέξεις παραπέμπουν άλλοτε σε γεωργικά εργαλεία, άλλοτε σε καθημερινές δραστηριότητες και μόνο όσοι ξέρουν, καταλαβαίνουν. Οπως δείχνουν οι καταγραφές, δεν υπήρχε ούτε μία νόμιμη συναλλαγή που να δικαιολογεί τις επαφές τους. Ολες αφορούσαν την παράνομη αγοραπωλησία αρχαιοτήτων.

«Πάμε στα κορίτσια»

Τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης δεν μιλούσαν ποτέ ευθέως. Σε καμία τηλεφωνική συνομιλία, σε καμία διαδικτυακή ανταλλαγή μηνυμάτων δεν χρησιμοποιούσαν λέξεις όπως «νομίσματα», «αγοραστής», «ανασκαφή».

Αντί αυτών, είχαν δημιουργήσει έναν κώδικα επικοινωνίας τόσο σύνθετο όσο και η ίδια η οργάνωση. Εναν εσωτερικό κώδικα, κατανοητό μόνο στους μυημένους.

Ετσι, τα χρυσά αντικείμενα αποκαλούνταν «κίτρινα». Τα ασημένια «άσπρα». Τα μπρούτζινα ήταν «μαύρα» ή «γυφτούλια» και τα χάλκινα «πράσινα» ή «κόκκινα». Οι ίδιες οι αρχαιότητες είχαν ονόματα τόσο καθημερινά, που αφοπλίζουν: «βύσματα», «παξιμάδια», «τσίπουρο», «ψάρια», «γιαούρτια», «μπάλες τριφυλλιού». Η έννοια της ανασκαφής γινόταν «βόλτα».

Μια απλή «βόλτα για σπαράγγια» ή ένα «περπάτημα» έκρυβε στην πραγματικότητα νυχτερινή αποστολή σε στοχευμένη τοποθεσία. Το τετράδραχμο ήταν «τετρακύλινδρο». Ενα απλό «κουταβάκι» παρέπεμπε σε νομίσματα μικρής αξίας.

Οι φωτογραφίες των ευρημάτων ήταν τα «προσπέκτους», ενώ η φράση «πάμε στα κορίτσια» σήμαινε το αυτονόητο για τους εμπόρους: ταξίδι στη Γερμανία. Αυτή η γλώσσα λειτουργούσε σαν προστατευτικό πέπλο. Η Αστυνομία, μετά από μήνες έρευνας και ανάλυσης συνομιλιών, κατάφερε να σπάσει τον κώδικα.

Ετσι, κατάλαβε και το βάθος της υπόθεσης: από τις αρχές του 2023 τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης είχαν συγκροτήσει μια αλυσίδα παράνομων πράξεων, με ιεραρχική δομή, διεθνικό χαρακτήρα και απόλυτη αφοσίωση στον κοινό σκοπό.

Δεν ήταν μια χαλαρή ένωση. Ηταν κύκλωμα. Και κάθε μέλος λειτουργούσε με πειθαρχία υποτάσσοντας τη βούλησή του στη συνολική στρατηγική. Η έρευνα ανέδειξε με ακρίβεια τη δομή και τις εσωτερικές διασυνδέσεις της οργάνωσης. Διαπιστώθηκε η σύνθεση της ομάδας.

Καταγράφηκαν οι ρόλοι, οι επαφές, η ιεραρχία. Εξακριβώθηκαν οι διαδρομές των αντικειμένων: από τα χωράφια της επαρχίας μέχρι τους καταλόγους οίκων δημοπρασιών σε ΗΠΑ και Γερμανία.

Η αστυνομική επιχείρηση υπήρξε πολυεπίπεδη: από την άρση τηλεφωνικού απορρήτου και την παρακολούθηση δραστηριότητας με τεχνικά μέσα μέχρι την ενεργοποίηση αιτημάτων δικαστικής συνδρομής προς τις Ηνωμένες Πολιτείες και Ευρωπαϊκής Εντολής Ερευνας στη Γερμανία. Παράλληλα, άνοιξαν τραπεζικοί λογαριασμοί και χαρτογραφήθηκαν οι ροές χρημάτων.

Το Signal

Ενώ η πρώτη εγκληματική οργάνωση έσκαβε την ελληνική γη μεθοδικά και με ιεραρχημένη δομή, στο παρασκήνιο δρούσε μια δεύτερη ομάδα, εξίσου καλά οργανωμένη, με πυρήνα εξαγωγής και διεθνή δίκτυα που έφταναν έως τους οίκους δημοπρασιών της Κεντρικής Ευρώπης.

Στο κέντρο της δεύτερης εγκληματικής οργάνωσης βρίσκεται ένα πρόσωπο: ο άνθρωπος που αγοράζει, συγκεντρώνει και εξάγει αρχαιότητες από την ελληνική επικράτεια.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της αστυνομικής έρευνας, όχι μόνο συνεργαζόταν με εμπλεκόμενους στη Γερμανία, αλλά διέθετε και προσωπική πρόσβαση σε λογαριασμούς σε ηλεκτρονικές πλατφόρμες δημοπρασιών, μέσω των οποίων πραγματοποιούνταν πωλήσεις πολύτιμων αρχαίων νομισμάτων.

Ανάμεσά τους ξεχωρίζει η παρουσία ενός συνεργάτη του με μόνιμη διαμονή στο Μόναχο, που του παρείχε γερμανικές τηλεφωνικές συνδέσεις για να μην εντοπίζεται, ενώ οι επαφές τους γίνονταν σχεδόν αποκλειστικά μέσω της εφαρμογής Signal – με μηνύματα που αυτοκαταστρέφονταν.

Τα προφίλ τους σε πλατφόρμες δημοπρασιών λειτουργούσαν ως βιτρίνα για την παράνομη διακίνηση αντικειμένων ανεκτίμητης πολιτιστικής αξίας.

Η συγκεκριμένη ομάδα λειτουργούσε με τον ίδιο μυστικοπαθή τρόπο, όπως και η πρώτη: αλλαγές τηλεφώνων, επικοινωνία με κωδικοποιημένη φρασεολογία, αποφυγή περιγραφών ευρημάτων στις συνομιλίες, προσυνεννοημένοι τόποι συνάντησης.

Ο «εγκέφαλος της οργάνωσης μετέβαινε ο ίδιος στα προκαθορισμένα σημεία -χωρίς καμία αναφορά στο τηλέφωνο- ώστε να ελαχιστοποιηθεί κάθε ίχνος. Η δράση τους κάλυπτε περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης, με μέλη που είτε ενεργούσαν ως μεσάζοντες είτε πραγματοποιούσαν λαθρανασκαφές.

Οι δημοπρασίες

Τα νομίσματα που περνούσαν από τα χέρια του αρχηγού της δεύτερης οργάνωσης διοχετεύονταν κυρίως μέσω του οίκου δημοπρασιών Numisfitz, από τον οποίο, κατά σύμπτωση ή όχι, είχαν περάσει και αντικείμενα που διακίνησε η πρώτη εγκληματική οργάνωση.

Την ημέρα της αστυνομικής επιχείρησης, όταν Ελληνες και Γερμανοί ερευνούσαν ταυτόχρονα πρόσωπα και οίκους στη Θεσσαλονίκη και το Μόναχο, ένα μήνυμα που στάλθηκε μέσω της εφαρμογής Signal -και που έσβησε αυτόματα- αποκάλυψε τον μηχανισμό προστασίας και τις άτυπες συμμαχίες εντός του κυκλώματος.

Θα πρέπει να σημειωθεί πώς όλοι οι συλληφθέντες μετά την απολογία τους στον ανακριτή αφέθησαν ελευθεροι.

Έχει διαβαστεί 545 φορές



  •